Αναζήτηση / Search

  

 

'βρόγχος'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : βρόγχος
Αγγλικά : bronchus


Α. βρόγχος

Σημασία : καθένας από τους δύο σωλήνες του αναπνευστικού συστήματος, που αποτελούν συνέχεια της τραχείας και διακλαδίζονται μέσα στους πνεύμονες: Δεξιός / αριστερός ~. Διάταση / στένωση / απόφραξη βρόγχων.

Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. βρόγχος

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης



2. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : βρόγχος
Αγγλικά : loop


Α. βρόχος

Σημασία : 1. (παρωχ.) η θηλιά της αγχόνης: Tου πέρασαν το βρόχο στο λαιμό και τον κρέμασαν. 2. (μτφ.) για κτ. που σφίγγει, που πνίγει όπως η θηλιά: Tον έσφιγγε ο ~ του φόβου και της αγωνίας. 3. (ηλεκτρολ.) σύνολο κλάδων ενός δικτύου, η διαδοχή των οποίων συνιστά μια κλειστή διαδρομή.

Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. βρόχος

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

βρογχική έκκριση, έκκριση των βρόγχωνβρογχική έκπλυση, έκπλυση των βρόγχωνβρογχική πρόκληση, πρόκληση των βρόγχωνβρογχική υπεραντιδραστικότητα, υπεραντιδραστικότητα των βρόγχωνβρογχικό αδένωμα, αδένωμα των βρόγχωνβρογχικό επιθήλιο, επιθήλιο των βρόγχωνβρογχικός ερεθισμός, ερεθισμός των βρόγχωνβρογχόσπασμος, σπασμός των βρόγχων



Σχετικά κείμενα

7 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 2.39 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία