'τετράπλευρος'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : τετράπλευρος
Αγγλικά : quadrate
Α. τετράπλευρος -η -ο
Σημασία : που έχει τέσσερις πλευρές: H κάτοψη του κτιρίου έχει σχήμα τετράπλευρο. || (ως ουσ.) το τετράπλευρο, πολύγωνο που έχει τέσσερις πλευρές: Tο τετράγωνο, ο ρόμβος, το τραπέζιο είναι τετράπλευρα.
Ετυμολογία : λόγ. < ελνστ. τετράπλευρος
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
τετράπλευρος λοβός του ήπατος
Σχετικά κείμενα
1 αποτέλεσμα βρέθηκε
Χρόνος αναζήτησης : 1.07 δευτερόλεπτα