Αναζήτηση / Search

  

 

'φορητός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : φορητός
Αγγλικά : portable


Α. φορητός -ή -ό

Σημασία : που μπορεί κάποιος να τον μεταφέρει (κυρ. να τον σηκώσει και να τον μετακινήσει): Φορητή τηλεόραση / κάμερα. Φορητά όπλα / ραδιοκασετόφωνα. ~ ηλεκτρονικός υπολογιστής.

Ετυμολογία : λόγ. < ελνστ. φορητός, αρχ. σημ.: `που φέρεται από΄

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

φορητή αντλίαφορητή περιτοναϊκή κάθαρσηφορητός υπολογιστής



Σχετικά κείμενα

6 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.57 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία