Αναζήτηση / Search

  

 

'αδενοειδής'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : αδενοειδής
Αγγλικά : adenoid


Α. αδενοειδής -ής -ές

Σημασία : α.που μοιάζει με αδένα. β. (ιατρ.) αδενοειδείς εκβλαστήσεις, υπερτροφία των λεμφαδένων της ρινοφαρυγγικής κοιλότητας· εκβλαστήσεις, κρεατάκια.

Ετυμολογία : λόγ.: α: ελνστ. ἀδενοειδής· β: σημδ. γαλλ. végétations adénoides (πρβ. ελνστ. ἀδενώδη φύματα)

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

αδενοειδείς εκβλαστήσεις, κρεατάκιααδενοειδές-κυστικό καρκίνωμα



Σχετικά κείμενα

4 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.34 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία