Αναζήτηση / Search
'ενδοκρινής'Αντίστοιχα λήμματα λεξικού 1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)Ελληνικά : ενδοκρινήςΑγγλικά : endocrineΑ. ενδοκρινής -ής -έςΣημασία : (φυσιολ.) ενδοκρινείς αδένες, αυτοί που εκκρίνουν ουσίες (ορμόνες) οι οποίες εισέρχονται απευθείας στην κυκλοφορία του αίματος. ANT εξωκρινής.Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. endocrine < endo- = ενδο- + -crine < αρχ. κρίν(ω) `ξεχωρίζω΄ -ήςΠηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής NεοελληνικήςΙνστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη ΤριανταφυλλίδηΕπιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησηςενδοκρινές κύτταρο, ενδοκρινικό κύτταρο, κύτταρο του ενδοκρινικού συστήματοςενδοκρινές όργανο, ενδοκρινικό όργανο, όργανο του ενδοκρινικού συστήματοςενδοκρινής αδέναςενδοκρινής μοίρα του παγκρέατοςενδοκρινής όγκος, ενδοκρινικός όγκος, όγκος του ενδοκρινικού συστήματοςενδοκρινικό σύστημα, ενδοκρινές σύστημα, σύστημα των ενδοκρινών αδένων
Σχετικά κείμενα 21 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 2.35 δευτερόλεπτα
Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνώνΕπιστροφή στην αρχική σελίδα - Επικοινωνία
Λεξικό
×