Αναζήτηση / Search

  

 

'επιθηλιακός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : επιθηλιακός
Αγγλικά : epithelial


Α. ανθρακικός -ή -ό

Σημασία : 1.που περιέχει άνθρακα: Aνθρακικό ασβέστιο / κάλιο / νάτριο. ~ μόλυβδος. Aνθρακικά πετρώματα. || Aνθρακικό οξύ, αέριο που παράγεται από την καύση των ανθράκων· διοξείδιο του άνθρακα. || (ως ουσ.) το ανθρακικό: Λεμονάδα με / χωρίς ανθρακικό, με / χωρίς αέριο. 2. που αναφέρεται στον άνθρακα1, που έχει σχέση με αυτόν: Aνθρακική περίοδος / διάπλαση.

Ετυμολογία : λόγ. ανθρακ- (άνθρακας) -ικός μτφρδ. γαλλ. carbonique, carbonate

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

παρεγχυματικό κύτταρο, κύτταρο του παρεγχύματοςπαρεγχυματικό όργανοπαρεγχυματικός/parenchymal



Σχετικά κείμενα

4 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 0.06 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία