Αναζήτηση / Search

  

 

'αποσυμφορητικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : αποσυμφορητικός
Αγγλικά : decongestant


Α. αποσυμφορητικός -ή -ό

Σημασία : που συντελεί στην αποσυμφόρηση: Aποσυμφορητικές ουσίες. || (ως ουσ.) το αποσυμφορητικό, αποσυμφορητικό φάρμακο. αποσυμφορητικά EΠIPP: Φάρμακα που δρουν ~.

Ετυμολογία : λόγ. αποσυμφορη- (αποσυμφορώ) -τικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

αποσυμφορητικό του ρινικού βλεννογόνου, αποσυμφορητικό της μύτης, αποσυμφορητικό



Σχετικά κείμενα

1 αποτέλεσμα βρέθηκε

Χρόνος αναζήτησης : 1.14 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία