Αναζήτηση / Search

  

 

'ατμοσφαιρικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : ατμοσφαιρικός
Αγγλικά : atmospheric


Α. ατμοσφαιρικός -ή -ό

Σημασία : που υπάρχει ή γίνεται στην ατμόσφαιρα ή που προκαλείται από αυτήν: ~ αέρας. Aτμοσφαιρικές μεταβολές. Aτμοσφαιρική πίεση / διάθλαση. Aτμοσφαιρικά φαινόμενα. Aτμοσφαιρική ρύπανση. || (ως ουσ.) τα ατμοσφαιρικά, παράσιτα στην ασύρματη τηλεπικοινωνία που προκαλούνται από ποικίλα ατμοσφαιρικά φαινόμενα. || (μτφ.): Aτμοσφαιρικό κινηματογραφικό έργο.

Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. atmosphérique < atmosphèr(e) = ατμόσφαιρ(α) -ique = -ικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

ατμοσφαιρική πίεσηατμοσφαιρική ρύπανσηατμοσφαιρικός αέρας, αέρας της ατμόσφαιραςατμοσφαιρικός ρύπος



Σχετικά κείμενα

9 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.56 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία