'ψυχοπάθεια, ψυχική νόσος, ψυχιατρική νόσος, ψυχασθένεια'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : ψυχοπάθεια, ψυχική νόσος, ψυχιατρική νόσος, ψυχασθένεια
Αγγλικά : psychopathy, psychiatric disease
Α. ψυχοπάθεια
Σημασία : (ψυχιατρ.) 1. γενική ονομασία των ψυχικών διαταραχών. 2. μερική ή ολική διαταραχή των ψυχικών λειτουργιών του ατόμου, η οποία δεν του επιτρέπει διαβίωση συμβατή με την κοινωνική ζωή.
Ετυμολογία : λόγ. < γερμ. Psychopathie ή μέσω του γαλλ. psychopathie < psycho- = ψυχο- 2 + -pathie = -πάθεια
Β. ψυχασθένεια
Σημασία : (ψυχιατρ.) νευρωτική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από μόνιμη κατάθλιψη, άγχος και φοβίες και οφείλεται σε διαταραχές των διάφορων ψυχικών λειτουργιών (προσοχή, μνήμη, βούληση): Σε μερικές βαριές ψυχασθένειες, όπως στις νευρώσεις και στην υστερία, παρατηρούνται και σωματικές αλλοιώσεις. Xρόνια ~.
Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. psychasthénie < psych(o)- = ψυχ(ο)- 2 + αρχ. ἀσθένεια
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Σχετικά κείμενα
36 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 2.98 δευτερόλεπτα