'σχιστοσωμίαση, βιλχαρζίαση, λοίμωξη από σχιστόσωμα'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : σχιστοσωμίαση, βιλχαρζίαση, λοίμωξη από σχιστόσωμα
Αγγλικά : schistosomiasis, bilharziasis
Α. πρωτεΐνη
Σημασία : καθεμιά από τις οργανικές αζωτούχες ουσίες που είναι απαραίτητες για το σχηματισμό των κυττάρων· λεύκωμα21: Tο γάλα και τα αυγά είναι πλούσια σε πρωτεΐνες.
Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. protéine < αρχ. πρώτε(ιος) `πρώτης ποιότητας΄ (σφαλερά αντί πρῶτος) + -ine = -ίνη (επειδή θεωρήθηκαν η βάση κάθε ζωντανού οργανισμού)
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
β-αδρενεργικός/b-adrenergic, β-adrenergic
β-αδρενεργικός αναστολέας
β-αδρενεργικός υποδοχέας
Σχετικά κείμενα
151 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 9.01 δευτερόλεπτα