'βιοχημεία, βιολογική χημεία'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : βιοχημεία, βιολογική χημεία
Αγγλικά : biochemistry, biological chemistry
Α. βιοχημεία
Σημασία : επιστήμη που μελετάει τη χημική σύσταση και τα χημικά φαινόμενα στους ζώντες οργανισμούς.
Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. biochimie ή αγγλ. biochemistry < bio- = βιο- + chimie (chemistry) = χημεία
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
κλινική βιοχημεία
Σχετικά κείμενα
19 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 1.10 δευτερόλεπτα