'ισότονος'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : ισότονος
Α. πυώδης -ης -ες
Σημασία : (ιατρ.) που έχει ή που δημιουργεί πύον: ~ φλεγ μονή / εστία. Πυώδεις αμυγδαλές. Πυώδη ούρα.
Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. πυώδης
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
ορθοκολικό καρκίνωμα
ορθοκολικός/colorectal
ορθοκολικός καρκίνος
Σχετικά κείμενα
30 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 2.03 δευτερόλεπτα