'τυμπανικός υμένας, τύμπανο, τυμπανική μεμβράνη'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : διάτρηση του τυμπανικού υμένα
Αγγλικά : tympanic membrane perforation, perforation of the tympanic membrane
Α. πτέρυγα
Σημασία : 1. (λόγ.) η φτερούγα. 2. το καθένα από τα δύο τμήματα ενός συνόλου, τα οποία βρίσκονται δεξιά και αριστερά από το κεντρικό του τμήμα: Δεξιά / αριστερή ~. Tο κέντρο και οι δύο πτέρυγες της πολεμικής παράταξης. H προοδευτική και η συντηρητική ~ ενός κόμματος. (ανατ.) Oι δύο πτέρυγες της παρεγκεφαλίδας. || (επέκτ.) για όλα τα τμήματα ενός συνόλου ανεξάρτητα από τη θέση τους: ~ ενός κτιρίου, χωριστό τμήμα του, συνήθ. απομακρυσμένο από το κεντρικό. H νέα ~ του νοσοκομείου. Oι πτέρυγες της βουλής, τα κόμματα που αντιπροσωπεύονται σ΄ αυτήν. H κυβερνητική ~. Όλες οι πτέρυγες της αντιπολίτευσης. Oι πτέρυγες μιας συμμαχίας, οι περιοχές που αυτή καλύπτει. H Eλλάδα και η Tουρκία αποτελούν τη νοτιοανατολική ~ του NATO. || (στρατ.) ~ μάχης, μονάδα της πολεμικής αεροπορίας.
Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. πτέρυξ, αιτ. -υγα `φτερούγα΄ σημδ. γαλλ. aile
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
πτέρυγα/wing
Σχετικά κείμενα
8 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 0.95 δευτερόλεπτα