Αναζήτηση / Search

  

 

'κυτταρίτιδα'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : κυτταρίτιδα
Αγγλικά : cellulitis


Α. κυτταρίτιδα

Σημασία : φλεγμονή του χαλαρού υποδόριου συνδετικού ιστού, η οποία οφείλεται στη λιπώδη υπερφόρτωση του ιστού αυτού, εμφανίζεται κατά μικρές σφαιροειδείς μάζες και είναι συχνή σε παχύσαρκες συνήθ. γυναίκες.

Ετυμολογία : λόγ. κύτταρ(ον) -ίτις > -ίτιδα μτφρδ. γαλλ. cellulite

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

κυτταρίτιδα του οφθαλμικού κόγχουστρεπτοκοκκική κυτταρίτιδα, κυτταρίτιδα από στρεπτόκοκκο



Σχετικά κείμενα

1 αποτέλεσμα βρέθηκε

Χρόνος αναζήτησης : 1.17 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία