Αναζήτηση / Search
'αρτηριακό αίμα'Αντίστοιχα λήμματα λεξικού 1. (Ουσιαστικό)Ελληνικά : αρτηριακό αίμαΑγγλικά : arterial bloodΑ. υπέρτασηΣημασία : (ιατρ.) αρτηριακή πίεση ανώτερη από τη φυσιολογική. ANT υπόταση. Ετυμολογία : λόγ. < ελνστ. ὑπέρτα(σις) `υπερβολικό τέντωμα΄ -ση σημδ. γαλλ. hypertensionΠηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής NεοελληνικήςΙνστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη ΤριανταφυλλίδηΕπιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησηςpH του αρτηριακού αίματος, αρτηριακό pHαρτηριακή οξυγόνωση, οξυγόνωση του αρτηριακού αίματοςαρτηριακό οξυγόνο, οξυγόνο του αρτηριακού αίματοςέρευνα της κοινής γνώμηςκοινή γνώμηκοινή ημικρανία, ημικρανία χωρίς αύρακοινή καρωτίδα αρτηρίακοινή λαγόνια αρτηρία, λαγόνια αρτηρίακοινή μυρμηκιάκοινή πέμφιγακοινή υπουργική απόφασηκοινή ψωρίασηκοινό κινητικό νεύρο, τρίτη εγκεφαλική συζυγίακοινό κρυολόγημακοινό περονιαίο νεύροκοινός/commonκοινός αρτηριακός κορμόςκοινός ηπατικός πόροςκοινός χοληδόχος πόροςκορεσμός του αρτηριακού αίματος, αρτηριακός κορεσμός
Σχετικά κείμενα 66 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 0.23 δευτερόλεπτα
Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνώνΕπιστροφή στην αρχική σελίδα - Επικοινωνία
Λεξικό
×