'ενδογαστρική πίεση'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : αναβολικός
Αγγλικά : anabolic
Α. αναβολικός -ή -ό
Σημασία : που σχετίζεται και συνήθ. που ευνοεί τον αναβολισμό: Aναβολικές ουσίες / διαδικασίες. || (ως ουσ.) τα αναβολικά, χημικές ουσίες που βοηθούν τον αναβολισμό.
Ετυμολογία : λόγ. < αγγλ. anabolic (ορθογρ. δαν.) < ana- = ανα- + -bolic κατά το metabolic (δες στο μεταβολισμός) -ic = -ικός
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
αναβολικός/anabolic
Σχετικά κείμενα
6 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 0.71 δευτερόλεπτα