'διαφορικός'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : αιμάτωση της νήστιδας
Α. καρκίνος
Σημασία : 1. κακοήθης όγκος που δημιουργείται από τον ταχύ και ανώμαλο πολλαπλασιασμό των κυττάρων των ιστών ανθρώπων ή ζώων: Διάγνωση / θεραπεία / χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου. Mεταστάσεις του καρκίνου. ~ του / στον πνεύμονα. Γυναικολογικός ~, των γεννητικών οργάνων της γυναίκας ή του μαστού. || (βοτ.) ασθένεια των φυτών που παρουσιάζει ομοιότητες με τον καρκίνο των ανθρώπων και των ζώων. 2. (μτφ.) χαρακτηρισμός ανώμαλης κατάστασης που δημιουργεί μεγάλα και δυσεπίλυτα προβλήματα· καρκίνωμα2: H γραφειοκρατία είναι ο ~ της δημόσιας διοίκησης.
Ετυμολογία : λόγ. < ελνστ. καρκίνος < αρχ. καρκίνος (δες καρκίνος 2)
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
καρκίνος/cancer
Σχετικά κείμενα
37 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 2.64 δευτερόλεπτα