Αναζήτηση / Search

  

 

'στοματικό εκνέφωμα'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : στοματικό εκνέφωμα


Α. άσθμα

Σημασία : (ιατρ.) πάθηση που χαρακτηρίζεται από παροξυσμούς δύσπνοιας και επίμονου βήχα: Bρογχικό / αλλεργικό / καρδιακό ~.

Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. pσθμα

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

άσθμα, βρογχικό άσθμα, αλλεργικό άσθμα



Σχετικά κείμενα

22 αποτελέσματα βρέθηκαν

1Β' Παιδιατρική Κλινική
2Πνευμονολογική Κλινική
3Αντιδράσεις υπερευαισθησίας
4Χρόνιες παθήσεις
5Use of Electronic Healthcare Records in the Greek Islands
6Δημιουργία ηλεκτρονικών ιατρικών φακέλων των κατοίκων των κοινοτήτων Αρκεσίνης και Βρουτσίου Αμοργού
7Use of Electronic Healthcare Records to Improve Primary Healthcare Services in the Greek Islands
8Απορίες στην τηλεϊατρική
9Τηλεματική για παρακολούθηση παιδιών με άσθμα
10Tashkent Lecture of DS April 2001 second part Greek TMS - 12. Implementation of Services and Results
11Αλπραζολάμη
12Χλωμιπραμίνη
13Κλοναζεπάμη
14Κλοραζεπάτη
15Διαζεπάμη
16Λίθιο
17Νορτριπτυλίνη
18Σιταλοπράμη
19Ζολπιδέμη
20Φυσική επιλογή και αρρώστια
21Κάπνισμα και υγεία
22Παθητικό κάπνισμα και υγεία

Χρόνος αναζήτησης : 1.62 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία