Αναζήτηση / Search

  

 

'δορυφορικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : δορυφορικός
Αγγλικά : satellite


Α. δορυφορικός -ή -ό

Σημασία : I. που έχει σχέση με τεχνητό δορυφόρο, κυρίως τηλεπικοινωνιακό: ~ σταθμός. Δορυφορική τηλεόραση, στην οποία η λήψη γίνεται με τη βοήθεια δορυφόρου. Δορυφορικά προγράμματα. II. ~ οικισμός, που αναπτύσσεται στην περιφέρεια μιας πόλης, από την οποία έχει κάποια μορφή εξάρτησης. δορυφορικά EΠIPP.

Ετυμολογία : λόγ. δορυφόρ(ος) (στις σημ. I, II) -ικός (πρβ. αρχ. δορυφορικός `της φρουράς΄)

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

δορυφορική επικοινωνίαδορυφορικό DNA



Σχετικά κείμενα

5 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.35 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία