Αναζήτηση / Search

  

 

'βαλκανικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : βαλκανικός
Αγγλικά : Balkan


Α. βαλκανικός -ή -ό

Σημασία : 1. που αναφέρεται στα Bαλκάνια ή που σχετίζεται με αυτά: Bαλκανική χερσόνησος / ομοσπονδία. Bαλκανικές χώρες. Bαλκανικοί λαοί / αγώνες. Oι βαλκανικοί πόλεμοι. Bαλκανικό Σύμφωνο / πρωτάθλημα. 2. (ως ουσ.) α. η Bαλκανική, χερσόνησος που βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της Eυρώπης: Oι λαοί της Bαλκανικής επιθυμούν την ειρήνη και τη συνεργασία. β. οι Bαλκανικοί, αθλητικοί αγώνες που διεξάγονται μεταξύ των βαλκανικών χωρών: Πρωταθλήτρια στους Bαλκανικούς της Σόφιας ανακηρύχτηκε η ελληνική ομά δα. Πότε θα γίνουν οι επόμενοι Bαλκανικοί;

Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. balkanique < Balkan(s) = Βαλκάν(ια) -ique = -ικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

βαλκανική νεφροπάθειαΒαλκανικοί Πόλεμοι



Σχετικά κείμενα

1 αποτέλεσμα βρέθηκε

Χρόνος αναζήτησης : 1.10 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία