Αναζήτηση / Search

  

 

'εκτρόπιο'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : εκτρόπιο
Αγγλικά : ectropion

Σημασία : Προς τα έξω στροφή του κάτω βλεφάρου, οπότε φαίνεται και ένα τήμα του ροδίζοντα επιπεφυκότα, με συνύπαρξη δακρύρροιας και χρόνιου ερεθισμού.




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

εκτρόπιο του τραχήλου της μήτραςσυγγενές εκτρόπιο



Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα

Χρόνος αναζήτησης : 0.85 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία