'ερυθροκύτταρο, ερυθρό αιμοσφαίριο'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : ερυθροκύτταρο, ερυθρό αιμοσφαίριο
Αγγλικά : erythrocyte, red cell, red blood cell, RBC
Α. ερυθροκύτταρο
Σημασία : ερυθρό αιμοσφαίριο: Mείωση των ερυθροκυττάρων.
Ετυμολογία : λόγ. ερυθρο- + κύτταρον μτφρδ. αγγλ. erythrocyte
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Σχετικά κείμενα
30 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 2.56 δευτερόλεπτα