Αναζήτηση / Search

  

 

'ενδοφλέβιος'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : ενδοφλέβιος
Αγγλικά : intravenous


Α. θυγατρικός -ή -ό

Σημασία : συνήθ. στην έκφραση θυγατρική εταιρεία, που έχει χωριστή νομική υπόσταση από μια άλλη, από την οποία όμως διευθύνεται ή ελέγχεται στενά.

Ετυμολογία : λόγ. θυγατρ- (θ. της αρχ. λ. θυγάτηρ, δες θυγατέρα) -ικός μτφρδ. γαλλ. filiale

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

ατρακτοειδές κύτταροατρακτοειδής/slender



Σχετικά κείμενα

3 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 0.10 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία