Αναζήτηση / Search

  

 

'κιτρικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : κιτρικός
Αγγλικά : citric, citrate


Α. κιτρικός -ή -ό

Σημασία : που ανήκει ή που αναφέρεται στο κίτρο: Kιτρικό οξύ, ονομασία οξέος που υπάρχει στο λεμόνι αλλά και σε άλλα φρούτα.

Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. citrique (-ique = -ικός)

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

κιτρικό νάτριοκιτρικό οξύκύκλος του Krebs, κύκλος του κιτρικού οξέος



Σχετικά κείμενα

8 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.51 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία