Αναζήτηση / Search

  

 

'οφθαλμολογικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : οφθαλμολογικός
Αγγλικά : ophthalmologic


Α. οφθαλμολογικός -ή -ό

Σημασία : που αναφέρεται στην οφθαλμολογία: Oφθαλμολογικές έρευνες. Oφθαλμολογικό τμήμα. H οφθαλμολογική κλινική του νοσοκομείου.

Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. ophthalmologique < ophthalmolog(ie) = οφθαλμολογ(ία) -ique = -ικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

οφθαλμιατρική εξέταση, οφθαλμολογική εξέτασηοφθαλμική χειρουργική επέμβαση, οφθαλμολογική χειρουργική επέμβασηοφθαλμολογική κλινική, κλινική οφθαλμολογίαςοφθαλμολογική παρακολούθησηοφθαλμολογικός έλεγχος



Σχετικά κείμενα

3 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.23 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία