Αναζήτηση / Search

  

 

'καταστροφικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : καταστροφικός
Αγγλικά : catastrophic


Α. καταστροφικός -ή -ό

Σημασία : που αναφέρεται στην καταστροφή, που προκαλεί καταστάσεις πολύ δυσάρεστες οι οποίες έχουν τα στοιχεία της καταστροφής· καταστρεπτικός: H αδιαφορία του και η ανευθυνότητά του ήταν καταστροφικές. Oι καταστροφικές επιπτώσεις από την άναρχη δόμηση στην πρωτεύουσα. καταστροφικά EΠIPP.

Ετυμολογία : λόγ. καταστροφ(ή) -ικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

καταστροφική συνέπειακαταστροφικό αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο



Σχετικά κείμενα

12 αποτελέσματα βρέθηκαν

1Σύστημα του συμπληρώματος
2Βιταμίνες
3Αντιστάθμιση γονιδιακού πλεονάσματος σε άλλα είδη
4Υπερηχογράφημα 2ου τριμήνου - Συγγενείς ανωμαλίες Κεντρικού Νευρικού Συστήματος
5Υπερηχογράφημα 3ου τριμήνου - Ομφάλιος λώρος
6Μεταβολές γονιμοποιημένου ωαρίου μέχρι την εμφύτευση
7Αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο και επιπλοκές κύησης
8Αλλοάνοσα νοσήματα και επαπειλούμενες αυτόματες αποβολές
9Η λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος
10Σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια
11Πανικός και αγοραφοβία
12Νευροεπιστήμες - 13. Το ανοσοποιητικό σύστημα

Χρόνος αναζήτησης : 1.65 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία