Αναζήτηση / Search

  

 

'μυελικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : μυελικός
Αγγλικά : medullary


Α. μυελικός -ή -ό

Σημασία : (ανατ.) που έχει σχέση με το νωτιαίο μυελό: ~ κώνος, το κατώτερο τμήμα του νωτιαίου μυελού.

Ετυμολογία : λόγ. < διεθ. myel- < αρχ. μυελ(ός) -ic = -ικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

μυελική ανεπάρκειαμυελική απλασία, απλασία του μυελού των οστώνμυελοκαταστολή, καταστολή του μυελού των οστών, μυελική καταστολήτικαρκιλλίνη-κλαβουλανικό οξύ, τικαρκιλλίνη/κλαβουλανικό οξύ



Σχετικά κείμενα

2 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.18 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία