Αναζήτηση / Search

  

 

'καρκινοειδής'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : καρκινοειδής
Αγγλικά : carcinoid


Α. καρκινοειδής -ής -ές

Σημασία : που μοιάζει με καρκίνο 2. || (ως ουσ.) τα καρκινοειδή, ομοταξία υδρόβιων αρθροπόδων, στην οποία ανήκουν τα καβούρια, οι αστακοί, οι γαρίδες κτλ.

Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. καρκινοειδής

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

καρκινοειδής όγκος, καρκινοειδές



Σχετικά κείμενα

1 αποτέλεσμα βρέθηκε

Χρόνος αναζήτησης : 1.15 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία