Αναζήτηση / Search

  

 

'εντεροπάθεια, εντερική νόσος, νόσος του εντέρου'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : εντεροπάθεια, εντερική νόσος, νόσος του εντέρου
Αγγλικά : enteropathy, intestinal disease


Α. εντεροπάθεια

Σημασία : (ιατρ.) οποιαδήποτε πάθηση των εντέρων.

Ετυμολογία : λόγ. εντερο- + -πάθεια

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης





Σχετικά κείμενα

8 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.48 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία