Αναζήτηση / Search

  

 

'σπλαγχνικός, σπλαχνικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : σπλαγχνικός, σπλαχνικός


Α. σπλαχνικός -ή -ό

Σημασία : που ευσπλαχνίζεται κπ., που αισθάνεται λύπη για τη δυστυχία κάποιου και δείχνει διάθεση να τον βοηθήσει, φιλεύσπλαχνος. || που εκδηλώνει την ευσπλαχνία του: Δάκρυσε ακούγοντας τα σπλαχνικά του λόγια. || ~ πατέρας, πολύ στοργικός.

Ετυμολογία : ελνστ. σπλαγχνικός με αποβ. του [ŋ] πριν από [x]

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

ελάχιστο σπλαγχνικό νεύρομείζον σπλαγχνικό νεύροσπλαγχνική λεϊσμανίασησπλαγχνικό μεσόδερμασπλαγχνικό νεύροσπλαγχνικό περιτόναιο, περιτόναιο των σπλάγχνωνσπλαγχνικός μύς, μύς σπλάγχνωνσπλαγχνικός υπεζωκώςσπλαγχνικός, σπλαχνικός



Σχετικά κείμενα

5 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.06 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία