'ευκαρυωτικός'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : ευκαρυωτικός
Αγγλικά : eukaryotic
Α. σπονδυλικός -ή -ό
Σημασία : που ανήκει ή που αναφέρεται στους σπονδύλους ή που αποτελείται από σπονδύλους. || Σπονδυλική στήλη, στα σπονδυλωτά ζώα, το κεντρικό τμήμα του σκελετού και μτφ. ο άξονας γύρω από τον οποίο αρθρώνεται ένα σύνολο: H σπονδυλική στήλη μιας θεωρίας / ενός κοινωνικού συστήματος.
Ετυμολογία : λόγ. σπόνδυλ(ος) -ικός μτφρδ. γαλλ. (colonne) vertébrale
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
εξιδρωματική πλευριτική συλλογή
κακοήθης πλευριτική συλλογή
πλευριτική συλλογή
πλευριτική τριβή
πλευριτικό υγρό
πλευριτικό φύσημα
πλευριτικός/pleuritic
πλευριτικός ήχος τριβής, υπεζωκοτικός ήχος τριβής
Σχετικά κείμενα
24 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 0.34 δευτερόλεπτα