Αναζήτηση / Search
'ιογενής'Αντίστοιχα λήμματα λεξικού 1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)Ελληνικά : ιογενήςΑγγλικά : viralΑ. ιογενής -ής -έςΣημασία : (ιατρ.) που προκαλείται από ιό: ~ λοίμωξη, ίωση. Iογενές νόσημα.Ετυμολογία : λόγ. ι(ός) -ο- + -γενήςΠηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής NεοελληνικήςΙνστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη ΤριανταφυλλίδηΕπιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησηςηπατίτιδα Cηπατίτιδα Dηπατίτιδα Αηπατίτιδα Βηπατίτιδα Ειογενής βρογχίτιδαιογενής εγκεφαλίτιδαιογενής επιπεφυκίτιδαιογενής ηπατίτιδαιογενής λοίμωξηιογενής μηνιγγίτιδαιογενής μηνιγγίτιδαιογενής ραγοειδίτιδαιογενής φαρυγγίτιδαιογενής φλεγμονήοξεία ιογενής ηπατίτιδαχρόνια ιογενής ηπατίτιδα
Σχετικά κείμενα 18 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 1.15 δευτερόλεπτα
Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνώνΕπιστροφή στην αρχική σελίδα - Επικοινωνία
Λεξικό
×