Αναζήτηση / Search

  

 

'μυρμηκιά'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : μυρμηκιά
Αγγλικά : wart

Σημασία : Υποστρόγγυλο έπαρμα, διαμέτρου 2-4 χιλιοστών, ανώδυνο και με ανώμαλη κοκκιώδη επιφάνεια. Εντοπίζονται ιδιαίτερα συχνά στα δάκτυλα και οφείλονται στον ιό HPV.

Πηγή : Μαθήματα Δερματολογίας - Αφροδισιολογίας
Κλινική Αφροδίσιων και Δερματικών Νόσων, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νοσοκομείο "Α. Συγγρός"
Επιμέλεια - Συντονισμός : Καθηγητής Ανδρέας Δ. Κατσάμπας
Ιατρικές Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης





Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

κοινή μυρμηκιάμυρμηκιά των γεννητικών οργάνωνπρωκτική μυρμηκιά



Σχετικά κείμενα

1 αποτέλεσμα βρέθηκε

Χρόνος αναζήτησης : 1.37 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία