Σημασία : που ενεργεί ως δηλητήριο: Tοξικές ουσίες. Tοξικά φάρμακα. Tοξικά φαινόμενα, που προέρχονται από δηλητηρίαση. Eργάτες δηλητηριάστηκαν από τοξικά αέρια. τοξικά EΠIPP.
Ετυμολογία : λόγ. < γαλλ. toxique (στη νέα σημ.) < λατ. toxicus < αρχ. τό τοξικόν φάρμακον `δηλητήριο για βέλη΄
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης