'στοματική κοιλότητα, κοιλότητα του στόματος'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : στοματική κοιλότητα, κοιλότητα του στόματος
Αγγλικά : oral cavity, buccal cavity
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
έδαφος του στόματος, έδαφος της στοματικής κοιλότητας
καρκίνος του στόματος, στοματικός καρκίνος
οροφή του στόματος, οροφή της στοματικής κοιλότητας
στοματική καντιντίαση, καντιντίαση του στόματος, καντιντίαση της στοματικής κοιλότητας
στοματική υγεία
στοματικό εκνέφωμα
στοματικό έλκος
στοματικό επιθήλιο, επιθήλιο του στόματος
στοματικός/oral
στοματικός βλεννογόνος, βλεννογόνος του στόματος
υγιεινή του στόματος, στοματική υγιεινή
Σχετικά κείμενα
12 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 1.81 δευτερόλεπτα