'σπειραματικό ενδοθήλιο, ενδοθήλιο του σπειράματος'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : σπειραματικό ενδοθήλιο, ενδοθήλιο του σπειράματος
Αγγλικά : glomerular endothelium
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
οφθαλμική αλοιφή
οφθαλμική αναισθησία
οφθαλμική αρτηρία
οφθαλμική κίνηση, κίνηση του οφθαλμού, κίνηση των οφθαλμών
οφθαλμική λοίμωξη, λοίμωξη του οφθαλμού, λοίμωξη των οφθαλμών
οφθαλμική μυκητίαση, μυκητίαση του οφθαλμού, μυκητίαση των οφθαλμών
οφθαλμική σταγόνα
οφθαλμική χειρουργική επέμβαση, οφθαλμολογική χειρουργική επέμβαση
οφθαλμικό διάλυμα
οφθαλμικό κυστίδιο
οφθαλμικό νεύρο
οφθαλμικό τραύμα
οφθαλμικός/ocular
οφθαλμικός βολβός
οφθαλμικός έρπητας
οφθαλμικός έρπητας ζωστήρας
οφθαλμικός κόγχος, κόγχος
οφθαλμικός μύς, μύς του οφθαλμού
οφθαλμικός πόνος
οφθαλμοπάθεια, οφθαλμική νόσος
ταχείες οφθαλμικές κινήσεις
Σχετικά κείμενα
2 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 0.09 δευτερόλεπτα