'φλεβικός κιρσός, κιρσός της φλέβας'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : φλεβικός κιρσός, κιρσός της φλέβας
Αγγλικά : varicose vein
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
αιμορροϊδικό φλεβικό πλέγμα
κεντρική φλεβική πίεση
κεντρικός φλεβικός καθετήρας, κεντρικός καθετήρας
μεικτό φλεβικό αίμα
περιφερικός φλεβικός καθετήρας
σφαγιτιδική φλεβική πίεση
φλεβική ανεπάρκεια
φλεβική γραμμή
φλεβική επιστροφή
φλεβική θρόμβωση, φλεβοθρόμβωση, θρόμβωση φλέβας, θρόμβωση φλεβών
φλεβική κυκλοφορία
φλεβική πίεση
φλεβική ροή
φλεβική συμφόρηση, συμφόρηση των φλεβών
φλεβικό αίμα
φλεβικό δίκτυο, δίκτυο φλεβών
φλεβικό έλκος
φλεβικό πλέγμα
φλεβικό σύστημα, σύστημα των φλεβών
φλεβικός/venous
φλεβικός καθετήρας, ενδοφλέβιος καθετήρας
Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα
Χρόνος αναζήτησης : 0.89 δευτερόλεπτα