'μυκητίαση, μυκητιασική λοίμωξη, λοίμωξη από μύκητα, λοίμωξη από μύκητες'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : μυκητίαση, μυκητιασική λοίμωξη, λοίμωξη από μύκητα, λοίμωξη από μύκητες
Αγγλικά : mycosis, fungal infection
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
δερματική μυκητίαση, μυκητίαση του δέρματος
εν τω βάθει μυκητίαση
ευκαιριακή μυκητίαση
μυκητίαση του δέρματος, δερματική μυκητίαση, δερματομύκωση
μυκητιασική αρθρίτιδα
μυκητιασική ενδοκαρδίτιδα
μυκητιασική κυστίτιδα
μυκητιασική μηνιγγίτιδα
μυκητιασική οστεομυελίτιδα
μυκητιασική παραρρινοκολπίτιδα
μυκητιασική περιτονίτιδα
μυκητιασική πνευμονία, πνευμονία από μύκητα, πνευμονία από μύκητες
μυκητιασική υφή
μυκητιασικό κύτταρο, κύτταρο του μύκητα
μυκητιασικός/fungal
μυκητιασικός διμορφισμός, διμορφισμός των μυκήτων
μυκοτοξίνη, μυκητιασική τοξίνη
οφθαλμική μυκητίαση, μυκητίαση του οφθαλμού, μυκητίαση των οφθαλμών
συστηματική μυκητίαση
υποδόρια μυκητίαση
Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα
Χρόνος αναζήτησης : 0.90 δευτερόλεπτα