'προγνωστικός'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : προγνωστικός
Αγγλικά : prognostic
Α. προγνωστικός -ή -ό
Σημασία : που ανήκει ή που αναφέρεται στην πρόγνωση, συνήθ. ως ουσ.: 1. τα προγνωστικά, η πρόβλεψη που γίνεται με βάση ορισμένα στοιχεία, δεδομένα: Tα προγνωστικά του ποδοσφαίρου / των ιπποδρομιών / των εκλογών. 2. το προγνωστικό: α. η ιδιότητα ή ικανότητα κάποιου να προβλέπει, να προμαντεύει κτ. β. (ιατρ.) η πρόβλεψη της πορείας μιας ασθένειας.
Ετυμολογία : λόγ.: 2α: αρχ. προγνωστικός· 2β: ελνστ. σημ.· 1: σημδ. γαλλ. pronostic, πληθ. -ics < υστλατ. prognosticus < ελνστ. προγνωστικός
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
αρνητική προγνωστική αξία
θετική προγνωστική αξία
προγνωστική αξία
προγνωστικό σημείο
προγνωστικός δείκτης
Σχετικά κείμενα
15 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 1.85 δευτερόλεπτα