Αναζήτηση / Search

  

 

'ενδοφθάλμιος'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : ενδοφθάλμιος
Αγγλικά : intraocular


Α. ενδοφθάλμιος -α -ο

Σημασία : (ιατρ.) που βρίσκεται στο εσωτερικό του οφθαλμού: Eνδοφθάλμια πίεση.

Ετυμολογία : λόγ. ενδ(ο)- + οφθαλμ(ός) -ιος μτφρδ. γαλλ. intraoculaire

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

ενδοφθάλμια πίεσηενδοφθάλμιος φακός



Σχετικά κείμενα

1 αποτέλεσμα βρέθηκε

Χρόνος αναζήτησης : 1.14 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία