Αναζήτηση / Search

  

 

'ακόρεστο λιπαρό οξύ'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : ακόρεστο λιπαρό οξύ
Αγγλικά : unsaturated fatty acid




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

τεχνητά δάκρυατεχνητή αναπνοήτεχνητή βαλβίδατεχνητή γονιμοποίησητεχνητή εμμηνόπαυσητεχνητή νοημοσύνητεχνητή οδοντοστοιχίατεχνητή πηγή ακτινοβολίαςτεχνητό πάγκρεαςτεχνητό χρωμόσωματεχνητός/artificialτεχνητός νεφρόςτεχνητός σίαλοςυποκατάστατο σιέλου, τεχνητή σίελος



Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα

Χρόνος αναζήτησης : 0.09 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία