Αναζήτηση / Search

  
Αλδοστερόνη
Αλδοστερόνη
Αλδοστερόνη
Αλδοστερόνη
Αλδοστερόνη
Αλδοστερόνη
Αλδοστερόνη

 

Η αλδοστερόνη είναι μια στεροειδής ορμόνη που παράγεται στο φλοιό των επινεφριδίων και ασκεί ρυθμιστικό έλεγχο στο ισοζύγιο χλωριούχου νατρίου, τον εξωκυττάριο όγκο και την αρτηριακή πίεση. Λόγω της δράσης της στο ισοζύγιο χλωριούχου νατρίου (άλατος) χαρακτηρίζεται ως αλατοκορτικοειδές. Όπως συμβαίνει με όλες τις στεροειδείς ορμόνες, συντίθεται από τη χοληστερόλη, μετά από μια αλληλουχία βιοχημικών αντιδράσεων.

Κύρια δράση της αλδοστερόνης είναι η επαναρρόφηση του χλωριούχου νατρίου του σπειραματικού διηθήματος από τα κύτταρα των άπω εσπειραμένων σωληναρίων των νεφρών. Δευτερευόντως, η αλδοστερόνη ευνοεί την αποβολή στο σπειραματικό διήθημα ιόντων καλίου και υδρογόνου. Εκτός από τους νεφρούς, η αλδοστερόνη έχει παρόμοια, αλλά λιγότερο σημαντική δράση στους ιδρωτοποιούς αδένες, τους σιαλογόνους αδένες, και τους αδένες του γαστρεντερικού συστήματος. Σε κάθε περίπτωση, με τη δράση της, εξοικονομείται χλωριούχο νάτριο, με αποτέλεσμα την αύξηση του εξωκυττάριου όγκου και την αύξηση της αρτηριακής πίεσης.

Τα ερεθίσματα για την έκκριση αλδοστερόνης είναι βασικά τρία. Πρώτον, η αγγειοτασίνη ΙΙ είναι ισχυρός επαγωγέας της έκκρισης αλδοστερόνης. Η αγγειοτασίνη ΙΙ είναι το τελικό προϊόν μιας σειράς αλυσιδωτών αντιδράσεων που ξεκινούν με την έκκριση ρενίνης από την παρασπειραματική συσκευή του νεφρού. Δεύτερον η φλοιοεπινεφριδιοτρόπος ορμόνη (ACTH), που εκκρίνεται από τον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης, διεγείρει τα επινεφρίδια στην έκκριση αλδοστερόνης. Τρίτον η υπερκαλιαιμία διεγείρει την έκκριση αλδοστερόνης. Με τη δράση της η αλδοστερόνη αυξάνει την αποβολή καλίου από τους νεφρούς και τείνει να επαναφέρει τη συγκέντρωση του καλίου του πλάσματος στο φυσιολογικό.

Η δράση της αλδοστερόνης στην κατακράτηση νατρίου έχει ένα ανώτατο όριο, πέρα από το οποίο δεν κατακρατείται άλλο νάτριο. Αυτό χαρακτηρίζεται ως φαινόμενο διαφυγής. Ακόμα και στις περιπτώσεις πρωτοπαθούς υπεραλδοστερονισμού, όπου η παραγωγή αλδοστερόνης είναι ανεξέλεγκτη, λόγω του φαινομένου διαφυγής, η κατακράτηση νατρίου δεν ξεπερνά το προκαθορισμένο αυτό όριο.

Το φάρμακο σπειρονολακτόνη είναι ανταγωνιστής της αλδοστερόνης. Η σπειρονολακτόνη, συνεπώς, έχει διουρητική και αποιδηματική δράση, διότι εμποδίζει την κατακράτηση χλωριούχου νατρίου. Το φάρμακο αυτό χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της υπέρτασης και των οιδημάτων της καρδιακής ανεπάρκειας και της κίρρωσης.

Στον πρωτοπαθή υπεραλδοστερονισμό (σύνδρομο Conn) η παραγωγή αλδοστερόνης είναι ανεξέλεγκτη και εμφανίζεται υπέρταση. Στον δευτεροπαθή υπεραλδοστερονισμό η μείωση του κυκλοφορούντος όγκου αίματος αποτελεί ερέθισμα για την έκκριση ρενίνης και αλδοστερόνης, σε μια προσπάθεια να κατακρατηθεί χλωριούχο νάτριο και να επανέλθει ο ενδαγγειακός όγκος στο φυσιολογικό. Δευτεροπαθής υπεραλδοστερονισμός παρατηρείται στην ηπατική κίρρωση, την καρδιακή ανεπάρκεια και σε χρόνια λήψη διουρητικών. Στην ανεπάρκεια του φλοιού των επινεφριδίων (νόσος του Addison) η έλλειψη αλδοστερόνης οδηγεί σε απώλεια χλωριούχου νατρίου και υπόταση.


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία


Σας παρακαλούμε να απαντήσετε στο απλό ερώτημα "Θα συνιστούσατε στους φίλους σας και στους γνωστούς σας να επισκεφτούν την Πύλη και να διαβάσουν το συγκεκριμένο κείμενο;" Η απλή αυτή ερώτηση (Business Week, Lanuary 20, 2006 - quoting a Harvard Business Review article) μπορεί να καταδείξει την απήχηση της συγκεκριμένης ιστοσελίδας, σχετικά με το αν επιτελεί το έργο για το οποίο έχει σχεδιαστεί. Βαθμολογήστε στην κλίμακα από 0 εώς 10. Η βαθμολογία σας θα καταχωρηθεί αυτομάτως.