Αναζήτηση / Search

  
Πόσο η συμπεριφορά βλάπτει την υγεία
Πόσο η συμπεριφορά βλάπτει την υγεία
Πόσο η συμπεριφορά βλάπτει την υγεία
Πόσο η συμπεριφορά βλάπτει την υγεία
Πόσο η συμπεριφορά βλάπτει την υγεία
Πόσο η συμπεριφορά βλάπτει την υγεία
Πόσο η συμπεριφορά βλάπτει την υγεία

 

 

Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, όταν συνειδητοποιήθηκε ότι εκτός από τους βιολογικούς παράγοντες βασικό ρόλο στην προστασία της υγείας και στην πρόκληση της αρρώστιας διαδραματίζει και η ανθρώπινη συμπεριφορά, δόθηκε σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη της Αγωγής Υγείας. Η Αγωγή Υγείας, όχι μόνο ως διαδικασία ενημέρωσης και παροχής γνώσεων αλλά και ως ενεργητική μάθηση για την υιοθέτηση υγιεινών συμπεριφορών, βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος σε πολλές αναπτυγμένες χώρες και απασχόλησε τους διεθνείς οργανισμούς υγείας. Στο στόχαστρο της Αγωγής Υγείας τέθηκε το κάπνισμα, το αλκοόλ, η κακή διατροφή, κ.ά.. Εν συνεχεία όμως, διαπιστώθηκε ότι η προσέγγιση αυτή δεν μπορούσε να ερμηνεύσει απόλυτα τη σύγχρονη νοσηρότητα, (και ιδίως την εμφάνιση και την κατανομή των καρδιαγγειακών νοσημάτων), και ότι άλλοι παράγοντες, κυρίως κοινωνικοί και οικονομικοί, συμβάλλουν σημαντικά στη σύγχρονη παθογένεια.

Τα τελευταία χρόνια, οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του ρόλου που παίζει η συμπεριφορά στην υγεία θεωρούν ότι η συμπεριφορά ευθύνεται κατά περίπου 50% και το περιβάλλον κατά το 20% για τη διαμόρφωση του επιπέδου υγείας. Από την άλλη, κυρίως από το χώρο της κοινωνιολογίας της υγείας, υποστηρίζεται ότι η συμβολή της συμπεριφοράς δεν ξεπερνά το 40% και ότι οι κοινωνικοί παράγοντες διαδραματίζουν εξίσου αποφασιστικό ρόλο.

Ανεξάρτητα πάντως από τα ποσοστά, γεγονός είναι ότι στις αναπτυγμένες χώρες η ανθρώπινη συμπεριφορά αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη διαμόρφωση του επιπέδου υγείας. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Εθνικού Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας της Σουηδίας, στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η πρόκληση της αρρώστιας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αιτίες που σχετίζονται με την ανθρώπινη συμπεριφορά. Οι σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου είναι το κάπνισμα, που ευθύνεται για το 9% της νοσηρότητας, το αλκοόλ, που ευθύνεται για το 8,4%, η παχυσαρκία, η διατροφή και άλλοι συμπεριφορικοί παράγοντες.

Για την εκτίμηση του ρόλου της συμπεριφοράς, αλλά και για να γίνουν κατανοητές οι επιπτώσεις των αλληλεπιδράσεων συμπεριφοράς και περιβάλλοντος, χαρακτηριστική θεωρείται η περίπτωση των καρδιαγγειακών νοσημάτων, που αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτων στον αναπτυγμένο κόσμο. Ως γνωστόν, βασικοί παράγοντες κινδύνου, όπως είναι το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η έλλειψη άσκησης, το στρες και η διατροφή, σχετίζονται με τη συμπεριφορά. Με βάση τα αποτελέσματα πολλών μελετών έχει εκτιμηθεί ότι οι θάνατοι από καρδιαγγειακά νοσήματα οφείλονται κατά 10-33% στο κάπνισμα, κατά 9-21% στην αυξημένη χοληστερόλη, κατά 6-15% στην υπέρταση, κατά 3-6% στην παχυσαρκία και κατά 22-39% στην καθιστική ζωή. Ο περιορισμός αυτών των παραγόντων θεωρήθηκε στην αρχή βασική αιτία για τη μείωση, περίπου κατά 40% της θνησιμότητας από ισχαιμική καρδιοπάθεια τα τελευταία 30 χρόνια στις ΗΠΑ. Εν συνεχεία όμως, πολλές έρευνες διαπίστωσαν ότι οι συμπεριφορικοί αυτοί παράγοντες συνέβαλαν λιγότερο από 50% στη μείωση της θνησιμότητας. Εξάλλου, στο ίδιο διάστημα παρατηρήθηκε ανάλογη μείωση και σε άλλες βασικές αιτίες θανάτου εκτός από τα κακοήθη νεοπλάσματα που σχετίζονται με το κάπνισμα. Οι διαπιστώσεις αυτές επιβεβαίωσαν την εκτίμηση ότι, εκτός από τη συμπεριφορά, το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον (στην προκειμένη περίπτωση, η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στις ΗΠΑ) συνέβαλε σημαντικά στη βελτίωση των δεικτών υγείας.

Ανάλογος προβληματισμός αναπτύχθηκε και ως προς την επίδραση της προσωπικότητας τύπου Α, η οποία είχε ενοχοποιηθεί στο παρελθόν ως βασικός παράγοντας κινδύνου στην πρόκληση της στεφανιαίας νόσου. Ως γνωστόν, η προσωπικότητα τύπου Α χαρακτηρίζεται, (σε αντιδιαστολή με την προσωπικότητα τύπου Β) από ανταγωνιστικότητα, φιλοδοξία, άγχος, βιασύνη και επιθετικότητα. Μεγάλες προοπτικές έρευνες, που ξεκίνησαν ήδη από τη δεκαετία του 1960, διαπίστωσαν υπερδιπλάσια συχνότητα της ισχαιμικής νόσου του μυοκαρδίου στα άτομα με προσωπικότητα τύπου Α σε σχέση με τα υπόλοιπα άτομα. Εν συνεχεία όμως, ορισμένοι ερευνητές παρατήρησαν πως ο αυξημένος κίνδυνος για την πρόκληση της νόσου δεν προέρχεται τόσο από την ύπαρξη αυτών των χαρακτηριστικών, αλλά από την αλληλεπίδρασή τους με πιεστικές ή απειλητικές κοινωνικές συνθήκες, που δυσκολεύουν -ή και ακυρώνουν- την προσαρμογή του ατόμου με προσωπικότητα τύπου Α στο κοινωνικό του περιβάλλον. Υποστηρίχθηκε ακόμα ότι η συμπεριφορά τύπου Α δεν απορρέει απλώς από την προσωπικότητα του ατόμου, αλλά ενεργοποιείται όταν υπάρχουν συγκεκριμένα κοινωνικά ερεθίσματα που πυροδοτούν τις σχετικές με την προσωπικότητα τύπου Α αντιδράσεις. Σημαντικές αλλαγές στον τόπο διαμονής ή στην εργασία σχετίζονται, για παράδειγμα, με αύξηση της επίπτωσης της νόσου. Το ίδιο ισχύει και για πολλά άλλα στρεσογόνα γεγονότα (απώλεια συγγενών, κ.ά.).

Μια από τις πιο σημαντικές έρευνες για την αξιολόγηση της υιοθέτησης υγιούς συμπεριφοράς στην πρόληψη της ισχαιμικής νόσου του μυοκαρδίου είναι η MRFIT (Multiple Risk Factor Intervention Trial ), που πραγματοποιήθηκε σε 361.662 άτομα, στις ΗΠΑ, στη δεκαετία του 1970. Η έρευνα διαπίστωσε ότι οι παράγοντες συμπεριφοράς ευθύνονται κατά 40% για την εμφάνιση της νόσου, ενώ το υπόλοιπο 60% συνδέεται με βιολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Διαπιστώθηκε ακόμα ότι οι αλλαγές που σημειώθηκαν στη συμπεριφορά δεν ήταν κατά κανόνα μεγάλης διάρκειας. Έτσι, παρά το γεγονός ότι επιτεύχθηκε σε στατιστικά σημαντικό βαθμό μείωση του καπνίσματος, της αρτηριακής πίεσης και της χοληστεριναιμίας, η βελτίωση της θνησιμότητας ήταν μικρότερη από την αναμενόμενη.

Σε μια ανάλογη, πιο πρόσφατη μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (γνωστή ως MONICA), η αξιολόγηση επικεντρώθηκε κυρίως στην επίδραση που ασκεί το κάπνισμα, η υπέρταση και η υπερχοληστεριναιμία στην εκδήλωση της ισχαιμικής νόσου του μυοκαρδίου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι τρεις αυτοί παράγοντες κινδύνου ευθύνονται μόνο για το 23% της εμφάνισης της νόσου στους άνδρες και για το 14% στις γυναίκες.

Με βάση τα πορίσματα των δύο αυτών ερευνών αλλά και αρκετών άλλων, υπολογίστηκε πως για να υπάρξουν ορατά κέρδη για την υγεία απαιτείται υιοθέτηση υγιεινών συμπεριφορών από πολλά άτομα και για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η μείωση της χοληστερόλης κατά 10% σε έναν ανδρικό πληθυσμό, για παράδειγμα, προϋποθέτει να τρέφεται υγιεινά το 98% των ανδρών για τουλάχιστον 40 χρόνια. Αλλά ακόμα και σε μία τέτοια περίπτωση, από τη στιγμή που όλοι οι συμπεριφορικοί παράγοντες κινδύνου της ισχαιμικής νόσου του μυοκαρδίου ευθύνονται για λιγότερο από το 50%, η επιδημία της νόσου δεν μπορεί να ελεγχθεί αποτελεσματικά μόνο με παρεμβάσεις στο επίπεδο της συμπεριφοράς. Και βέβαια, οι δυνατότητες παρέμβασης περιορίζονται ακόμα περισσότερο στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, όπου οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες ασκούν μεγαλύτερη επίδραση.

Γ.Κ. Τούντας, Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνικής Ιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών
Διευθυντής Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής
Τελευταία αναθεώρηση : 10/2/2007

Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία


Σας παρακαλούμε να απαντήσετε στο απλό ερώτημα "Θα συνιστούσατε στους φίλους σας και στους γνωστούς σας να επισκεφτούν την Πύλη και να διαβάσουν το συγκεκριμένο κείμενο;" Η απλή αυτή ερώτηση (Business Week, Lanuary 20, 2006 - quoting a Harvard Business Review article) μπορεί να καταδείξει την απήχηση της συγκεκριμένης ιστοσελίδας, σχετικά με το αν επιτελεί το έργο για το οποίο έχει σχεδιαστεί. Βαθμολογήστε στην κλίμακα από 0 εώς 10. Η βαθμολογία σας θα καταχωρηθεί αυτομάτως.