Αναζήτηση / Search

  
Ιατροδικαστική διερεύνηση κηλίδων σπέρματος
Ιατροδικαστική διερεύνηση κηλίδων σπέρματος
Ιατροδικαστική διερεύνηση κηλίδων σπέρματος
Ιατροδικαστική διερεύνηση κηλίδων σπέρματος
Ιατροδικαστική διερεύνηση κηλίδων σπέρματος
Ιατροδικαστική διερεύνηση κηλίδων σπέρματος
Ιατροδικαστική διερεύνηση κηλίδων σπέρματος

 

 

Η αναζήτηση σπέρματος αποτελεί μία συνήθη εξέταση της καθημερινής ιατροδικαστικής πράξης, αφορά δε σε περιστατικά βιασμού, σεξουαλικά εγκλήματα και εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας. Στις περιπτώσεις αυτές το σπέρμα είναι δυνατόν να ανευρεθεί είτε νωπό εντός του κόλπου ή του απευθυσμένου ή της στοματικής κοιλότητας του θύματος ή επί των τριχών του εφηβαίου ή επί του δέρματος των μηρών ή των γλουτών ή πέριξ των γεννητικών οργάνων ή τέλος συνηθέστερα, ως κηλίδα επί ενδυμάτων, σινδόνων, κλινοσκεπασμάτων, επί του δαπέδου κ.λ.π.

Η ιατροδικαστική διερεύνηση της παρουσίας σπέρματος περιλαμβάνει τους εξής προσδιορισμούς, οι οποίοι διενεργούνται σε επιχρίσματα που λαμβάνονται από το θύμα, σε ύποπτες κηλίδες ή σε άλλα πειστήρια:

Σε όλες τις υποθέσεις σεξουαλικού χαρακτήρα, η εξέταση των πειστηρίων για κηλίδες σπέρματος πρέπει να θεωρηθεί ως μία διεργασία δύο σταδίων. Στο πρώτο στάδιο, πρέπει να γίνει ο εντοπισμός της κηλίδας, στο δε δεύτερο στάδιο η ύποπτη κηλίδα πρέπει να υποβληθεί σε ανάλυση για την ταυτοποίησή της. Επίσης, είναι δυνατό να υποβληθεί σε ειδική εξέταση για τον καθορισμό της ομάδας αίματος του ατόμου από το οποίο προήλθε το σπέρμα. Τέλος, οι επιστήμονες μπορούν να προβούν σε επιτυχή σύγκριση του ευρεθέντος σπέρματος με ένα άτομο ύποπτο για σεξουαλική πράξη, με τη μέθοδο του DNA.

Όσον αφορά τον εντοπισμό του σπέρματος, οι συνήθεις μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι μακροσκοπικές (εξέταση των ενδυμάτων κλπ. για τον εντοπισμό κηλίδων), φθορισμομετρικές (η χρήση της υπεριώδους ακτινοβολίας αποκαλύπτει το φθορισμό του σπέρματος) και χημικές μέθοδοι (προσδιορισμός όξινης φωσφατάσης κλπ). Στα υφάσματα συχνά οι σπερματικές κηλίδες διακρίνονται εύκολα δια γυμνού οφθαλμού, λόγω του μεγάλου ιξώδους και της κολλώδους υφής του σπέρματος. Βέβαια, αν το ύφασμα έχει πλυθεί ή περιέχει μόνο μικρή ποσότητα σπέρματος, η εξέταση δια γυμνού οφθαλμού έχει λίγες πιθανότητες να οδηγήσει στον εντοπισμό της κηλίδας. Η έρευνα για τον εντοπισμό των κηλίδων σπέρματος υποβοηθείται σημαντικά με το φωτισμό της ύποπτης επιφάνειας με λυχνία υπεριώδους. Με τη λυχνία υπεριώδους (Wood´s lamp) οι κηλίδες σπέρματος διαγράφονται σαφώς ως φθορίζουσες περιοχές. Επίσης, χρησιμοποιείται η λυχνία Polilight, που είναι μία φωτεινή πηγή που εκπέμπει φως προερχόμενο από ξένον (xenon light). Η λυχνία αυτή χρησιμοποιεί μία σειρά φίλτρων, που μειώνουν το φθορισμό που προέρχεται από το ύφασμα αυτό καθεαυτό, με αποτέλεσμα ο προκύπτων φθορισμός να αποδίδεται αποκλειστικά στη σπερματική κηλίδα.

Μετά τον εντοπισμό των κηλίδων σπέρματος, τα ξέσματα της κηλίδας ή τα τεμάχια του υφάσματος διαβρέχονται με νερό ή φυσιολογικό ορό και στο προκύπτον «διάλυμα» διενεργούνται οι αντιδράσεις αναζήτησης των σπερματοζωαρίων- μικροσκοπικά- και ταυτοποίησης του σπέρματος.

Η ανεύρεση σπέρματος σε ένα θύμα βιασμού αποτελεί απόδειξη ότι έχει λάβει χώρα συνουσία, ενώ η απουσία σπέρματος δεν υποδηλώνει υποχρεωτικά ότι δεν έχει λάβει χώρα βιασμός.

Οι αντιδράσεις ταυτοποίησης του σπέρματος διενεργούνται, εκτός από τα υφάσματα, και σε νωπά δείγματα-επιχρίσματα- ληφθέντα από τον κόλπο ή από το απευθυσμένο ή από τη στοματική κοιλότητα κάποιου ατόμου εμπλεκόμενου σε υπόθεση σεξουαλικού χαρακτήρα. Τα επιχρίσματα λαμβάνονται με στεγνό βαμβακοφόρο στυλεό ή με συνθετικά τολύπια. Η ανεύρεση των κεφαλών των σπερματοζωαρίων ή άλλων χαρακτηριστικών τμημάτων τους θέτουν σίγουρα τη διάγνωση της παρουσίας σπέρματος. Αν το δείγμα είναι νωπό, υπάρχουν πιθανότητες ανεύρεσης σπερματοζωαρίων ή τμημάτων τους. Όταν όμως πρόκειται για κηλίδες που είναι αποξηραμένες και παλαιές τα αποτελέσματα είναι αμφίβολα, αφού τα σπερματοζωάρια καταστρέφονται με την πάροδο του χρόνου, η δε ανεύρεση έστω και των υπολειμμάτων τους είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Ο αναλυτής των κηλίδων σπέρματος πρέπει να καταβάλει ιδιαίτερη προσοχή κατά την αξιολόγηση των ευρημάτων και να εστιάσει στην αναζήτηση κεφαλών σπερματοζωαρίων, αφού ένας αριθμός άλλων μικροοργανισμών, όπως π.χ. μυκήτων που είναι παρόντες στα στοματικά επιχρίσματα και μικροοργανισμών που βρίσκονται στα κόπρανα και συναντώνται στα πρωκτικά επιχρίσματα, είναι δυνατόν να προσομοιάζουν με σπερματοζωάρια.

Η αδιάσειστη απόδειξη της παρουσίας σπέρματος βασίζεται στην ανεύρεση σπερματοζωαρίων, που αποτελούν το κριτήριο βεβαιότητας προηγηθείσας συνουσίας. Λαμβανομένου υπόψη του εξαιρετικά μεγάλου αριθμού σπερματοζωαρίων τα οποία ανευρίσκονται στα σπερματικά υγρά, θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει πιθανή την ανεύρεση ενός τουλάχιστον σπερματοζωαρίου, ειδικά στα πρόσφατα δείγματα, όπου είναι δυνατόν να ανευρεθούν ακόμη και κινούμενα σπερματοζωάρια. Για την ταυτοποίησή τους είναι απαραίτητη η ανεύρεση ολόκληρων σπερματοζωαρίων με κεφαλή, σώμα και ουρά. Όμως, αυτό δεν είναι πάντα δυνατό, αφού τα σπερματοζωάρια είναι εξαιρετικά εύθραυστα όταν στεγνώσουν και πολύ εύκολα διασπώνται, με αποτέλεσμα να ανευρίσκεται ένας εξαιρετικά χαμηλός αριθμός σπερματοζωαρίων σε μία κηλίδα σπέρματος ή να μην ανευρίσκεται κανένα ακέραιο σπερματοζωάριο.

Η μη ανεύρεση σπερματοζωαρίων πιθανόν να οφείλεται στο μεγάλο χρόνο που έχει παρέλθει από τη συνουσία ή σε ενδεχόμενη έκπλυση του κόλπου ή σε έγχυση εντός αυτού αντισηπτικού υγρού, που καταστρέφει τα υπάρχοντα σπερματοζωάρια ή σε τυχόν πάθηση του δράστη που έχει ως συνέπεια ολιγοσπερμία ή αζωοσπερμία. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα ασπερματικά άτομα αυξάνονται, αφού αρκετά άτομα σήμερα υποβάλλονται σε βαζεκτομή (εκτομή του ενός ή αμφοτέρων των σπερματικών ή ορχικών πόρων). Τέλος, η μη ανεύρεση σπέρματος μετά από μία σεξουαλική επίθεση πιθανόν να οφείλεται στη χρήση προφυλακτικού από το βιαστή ή στην μη πραγματοποίηση εκσπερμάτισης. Αν η εκσπερμάτιση δεν πραγματοποιήθηκε ή τουλάχιστον δεν έγινε μέσα στο γυναικείο κόλπο, η συνουσία περιγράφεται ως ατελής.

Η παραμονή των συστατικών του σπέρματος στον κόλπο αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για τον καθορισμό του χρόνου της υποτιθέμενης σεξουαλικής επίθεσης. Τα σπερματοζωάρια ζουν μέχρι 4-6 ώρες στην κολπική κοιλότητα ενός ζώντος θήλεος, ενώ άλλοι ερευνητές αναφέρουν ότι τα σπερματοζωάρια ανευρίσκονται ακόμη και 2 ημέρες μετά τη συνουσία στον κόλπο. Άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι μη κινούμενα σπερματοζωάρια είναι δυνατό να ανευρεθούν στον κόλπο ζώντων θηλέων ατόμων ακόμη και 3 ημέρες μετά τη συνουσία και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και 6 ημέρες. Αντίθετα, άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ακέραια σπερματοζωάρια (σπερματοζωάρια με ουρές) δεν ανευρίσκονται μετά από 16 ώρες μετά τη συνουσία.

Τα προαναφερθέντα χρονικά διαστήματα διατήρησης του σπέρματος στον κόλπο αφορούν σε περιπτώσεις βιασμού που δεν έχει προκληθεί θάνατος του ατόμου. Όμως, στις περιπτώσεις εκείνες που έχει προκληθεί θάνατος, πιθανόν τα σπερματοζωάρια να μη ζήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και για να επιτευχθεί η αποτελεσματική αναζήτηση των κινούμενων σπερματοζωαρίων πρέπει από το θύμα να ληφθούν επιχρίσματα κολπικά, στοματικά και πρωκτικά, όσο το δυνατόν ταχύτερα μετά το περιστατικό, πριν υποβληθεί σε νεκροτομή.

Η διατήρηση του σπέρματος στη στοματική κοιλότητα δεν είναι τόσο καλή, όσο στον κόλπο. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η παραγωγή σιέλου, η κατανάλωση υγρών και η απόχρεμψη συμβάλλουν στον καθαρισμό της στοματικής κοιλότητας. Είναι δυνατή η ανεύρεση σπερματοζωαρίων στη στοματική κοιλότητα μέχρι 12 ώρες μετά την εκσπερμάτιση, αν και συνήθως η αναζήτηση αυτή αποβαίνει αρνητική. Το ίδιο παρατηρείται και με το απευθυσμένο, όπου η αφόδευση είναι δυνατόν να απομακρύνει το σπέρμα και τα σπερματικά υγρά, σύμφωνα δε με τους ερευνητές είναι δυνατή η ανεύρεση σπερματοζωαρίων στο πρωκτικό επίχρισμα μέχρι 24 ώρες μετά την εκσπερμάτιση,

Σε περίπτωση μη ανεύρεσης σπερματοζωαρίων, εφαρμόζονται άλλες δοκιμασίες της Εργαστηριακής Ιατροδικαστικής για την ταυτοποίηση των κηλίδων του σπέρματος. Οι δοκιμασίες αυτές αφορούν στην αναζήτηση συγκεκριμένων συστατικών του σπέρματος, τα οποία ή βρίσκονται αποκλειστικά στο σπέρμα ή συναντώνται σε εξαιρετικά υψηλότερες συγκεντρώσεις στο σπέρμα απ’ ότι σε άλλα σωματικά υγρά.

Η δυνατότητα συνύπαρξης των συστατικών του σπέρματος με άλλα βιολογικά υγρά του οργανισμού, καθιστά εξαιρετικά δυσχερή τη διαφορική διάγνωση μεταξύ των διαφόρων κηλίδων, οι δε προταθείσες χημικές μέθοδοι, μεταξύ των οποίων και οι κρυσταλλογραφικές μέθοδοι του Florence και του Barberio και οι ενζυματικές (αναζήτηση όξινης φωσφατάσης) παρέχουν απλώς μόνο ένδειξη της παρουσίας σπέρματος και όχι απόδειξη, η δε λήψη θετικού αποτελέσματος πρέπει να επιβεβαιωθεί και με άλλες μεθόδους.

Ένα άλλο ιατροδικαστικό θέμα που ανακύπτει κατά τη διερεύνηση υποθέσεων βιασμού είναι αν το σπέρμα που βρέθηκε στον κόλπο κάποιου θύματος προέρχεται από βιασμό ή προϋπήρχε από παλαιότερη εκούσια συνουσία, με άλλο μάλιστα άτομο. Απάντηση θα μπορούσε να δώσει η ταυτοποίηση του σπέρματος που βρίσκεται ακόμα στον κόλπο. Δι’ αποκλεισμού ορισμένων ατόμων προχωράει το ιατροδικαστικό εργαστήριο στο έργο του.

Το ιατροδικαστικό εργαστήριο διαθέτει πολυάριθμες μεθόδους για την αναζήτηση των αποδεικτικών στοιχείων που έχει αφήσει ένα άρρεν άτομο κατά τη διενέργεια σεξουαλικής πράξης. Μερικές από τις δοκιμασίες αυτές περιλαμβάνουν την αναζήτηση ή και τον ποσοτικό προσδιορισμό συστατικών του σπέρματος, όπως όξινης φωσφατάσης, χολίνης, σπερμίνης, λευκίνης, αμινοπεπτιδάσης, γαλακτικής αφυδρογονάσης-C4, γ-γλουταμυλικής-τρανσπεπτιδάσης (GGT) και της πρωτεϊνης Ε1 ή p30. Αν και κάθε μία από τις δοκιμασίες αυτές μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη στη ταυτοποίηση του σπέρματος, εν τούτοις υπάρχουν και προβλήματα που σχετίζονται με κάθε μία από αυτές.

Ο καλύτερος τρόπος για τον εντοπισμό και ταυτόχρονα για το χαρακτηρισμό μιας σπερματικής κηλίδας είναι η διενέργεια της δοκιμασίας της όξινης φωσφατάσης και σε πολλές περιπτώσεις, ανάλογα με το περιστατικό, και ο ποσοτικός της προσδιορισμός. Η όξινη φωσφατάση είναι ένα ένζυμο που εκκρίνεται από τον αδένα του προστάτη εντός των σπερματικών υγρών και συναντάται σε μεγάλες συγκεντρώσεις στο σπέρμα και σε όλα τα κλάσματα του υγρού εκσπερμάτισης. Οι συγκεντρώσεις της όξινης φωσφατάσης στα σπερματικά υγρά είναι μέχρι και 400 φορές υψηλότερες από εκείνες που ανευρίσκονται σε όλα τα άλλα σωματικά υγρά. Αντίθετα, οι συγκεντρώσεις της είναι πολύ χαμηλές στα κολπικά υγρά, εκτός και αν έχει προηγηθεί συνουσία.

Η βιβλιογραφία η σχετική με το βιασμό είναι ακόμη αντιφατική όσον αφορά τη χρησιμότητα της δοκιμασίας της όξινης φωσφατάσης έναντι της αναζήτησης των σπερματοζωαρίων. Είναι φανερό ότι η παρουσία σπερματοζωαρίων στον κόλπο αποδεικνύει την τέλεση συνουσίας. Όμως, έχει αναφερθεί ότι το 10% περίπου των ανδρών έχει ασπερμία ή ολιγοσπερμία και επί πλέον τα σπερματικά υγρά ενός υγιούς νεαρού άρρενος είναι πιθανόν να είναι πλήρως απαλλαγμένα από σπερματοζωάρια, αν το άτομο αυτό έχει εκσπερματίσει πολλές φορές σε ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Επειδή στις περιπτώσεις αυτές η αναζήτηση σπερματοζωαρίων δεν είναι χρήσιμη, η δοκιμασία της όξινης φωσφατάσης φαίνεται ότι είναι ένας αξιόπιστος δείκτης ελέγχου σε περιστατικά υποτιθέμενου βιασμού, αφού η ολιγοσπερμία και η αζωοσπερμία φαίνεται ότι είναι περισσότερο διαδεδομένες μεταξύ των βιαστών παρά στον πληθυσμό των ενηλίκων αρρένων. Τα υγρά που προέρχονται από την εκσπερμάτιση των ατόμων αυτών δίνουν πολύ υψηλές τιμές όξινης φωσφατάσης.

Η πιθανότητα εύρεσης της όξινης φωσφατάσης του σπέρματος στην κολπική κοιλότητα μειώνεται σημαντικά με την πάροδο του χρόνου μετά τη συνουσία, με μικρή πιθανότητα ταυτοποίησης του ενζύμου αυτού 48 ώρες μετά τη συνουσία. Η ανίχνευση όξινης φωσφατάσης μόνο στα κολπικά υγρά δεν είναι ασφαλής για ιατροδικαστική χρήση για την απόδειξη προηγηθείσας συνουσίας, εκτός από την περίπτωση απουσίας σπερματοζωαρίων.

Η ανεύρεση σπερματοζωαρίων και όξινης φωσφατάσης στα κολπικά υγρά μετά από μία υποτιθέμενη σεξουαλική επίθεση, αποτελούν αδιάσειστα πειστήρια προηγηθείσας σεξουαλικής πράξης, αλλά η απουσία τους δεν υποδηλοί απαραίτητα τη μη διενέργεια βιασμού.

Σε ένα περιστατικό βιασμού θεωρείται απαραίτητη η έκπλυση του πέους των ύποπτων ατόμων για την απόδειξη προηγηθείσας πρόσφατης συνουσίας. Η έκπλυση αυτή διενεργείται με φυσιολογικό ορό και στο προκύπτον έκπλυμα διενεργούνται αφενός εξετάσεις ανίχνευσης σπέρματος και αφετέρου η χρώση Παπανικολάου, για τον εντοπισμό κυττάρων προερχομένων από τον κόλπο ή από τον τράχηλο της μήτρας, καθώς και σωμάτων Barr. Τα θετικά αποτελέσματα των εξετάσεων αυτών συνηγορούν υπέρ της προηγηθείσας πρόσφατης συνουσίας.

Ένας άλλος σημαντικός δείκτης πρόσφατης σεξουαλικής δραστηριότητας είναι το ειδικό προστατικό αντιγόνο PSA (Prostatic Specific Antigen) (πρωτεΐνη p30). Η p30 ανευρίσκεται αποκλειστικά στο σπερματικό πλάσμα, το οποίο δεν περιέχει σπερματοζωάρια και αποτελεί μίγμα των εκκριμάτων των οργάνων τα οποία παράγουν και απομακρύνουν το σπέρμα και χρησιμεύει για τη διατήρηση της συνοχής των σπερματοζωαρίων. Η πρωτεΐνη p30 είναι ένας χρήσιμος δείκτης παρουσίας σπέρματος, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις αζωοσπερμίας και συνήθως ανευρίσκεται στην κολπική κοιλότητα μέχρι 8 ώρες μετά τη συνουσία.

Μία ταχεία μέθοδος για την ανίχνευση του ανθρωπίνου σπέρματος περιλαμβάνει τη χρήση μονοκλωνικών αντισωμάτων για το ανθρώπινο σπέρμα.

Αν και οι προαναφερθείσες μέθοδοι έχουν χρησιμοποιηθεί επί πολλά χρόνια, υπάρχουν ειδικά προβλήματα αξιολόγησης των εκάστοτε ευρημάτων, που συνδέονται με την κάθε μέθοδο.

Όμως, δεν είναι απαραίτητο όλες οι σεξουαλικές πράξεις να έχουν ως αποτέλεσμα την παραγωγή σπέρματος. Για το λόγο αυτό η εφαρμογή του φθορίζοντος in situ υβριδισμού (FISH- Fluorescence In Situ Hybridization) απέδειξε ότι η μέθοδος αυτή είναι πολύ ευαίσθητη και ειδική για την ανίχνευση του Υ χρωματοσώματος από άρρενα κύτταρα απουσία σπέρματος. Η μέθοδος αυτή αποδεικνύει την παρουσία επιθηλιακών κυττάρων του άρρενος στον κόλπο του θήλεος μετά τη συνουσία, με τη χρήση ενός ανιχνευτή (probe) που διατίθεται στο εμπόριο. Η εφαρμογή του FISΗ για την ανίχνευση του Υ χρωματοσώματος έχει πετύχει σε πολλές περιπτώσεις και μπορεί να θεωρηθεί ως πολύτιμη μέθοδος για την απόδειξη της σεξουαλικής επαφής με άρρεν άτομο. Το Υ χρωματόσωμα μπορεί να ταυτοποιηθεί σε άθικτα επιθηλιακά κύτταρα κατά την 1η έως την 4η ημέρα μετά τη συνουσία και ίσως και μέχρι την 7η ημέρα. Επί πλέον τα επιθηλιακά κύτταρα που είναι θετικά για το χρωματόσωμα Υ πιθανόν να ταυτοποιηθούν σε κολπικά δείγματα τα οποία λαμβάνονται μετά από συνουσία κατά την οποία δεν έχει λάβει χώρα εκσπερμάτιση. Η μέθοδος FISΗ είναι ευαίσθητη για την ταυτοποίηση αρρένων επιθηλιακών κυττάρων στον κόλπο μετά τη συνουσία σε περιπτώσεις ισχυρισμού σεξουαλικής επίθεσης. Η μέθοδος FISH εφαρμόστηκε επιτυχώς και για την ανίχνευση του Χ χρωματοσώματος σε δείγματα που λαμβάνονται μετά την έκπλυση του πέους των ύποπτων για σεξουαλικά εγκλήματα ατόμων. Η παρουσία θηλέων κυττάρων στο πέος και η εν συνεχεία ταυτοποίηση του θήλεος ατόμου με την ανάλυση του DNA, οδηγούν στην αποκάλυψη και του βιαστή και του θύματος του βιασμού.

Οι ευρεθείσες συγκεντρώσεις της όξινης φωσφατάσης στα κολπικά και στα τραχηλικά επιχρίσματα συγκρίνονται με την παρουσία ή την απουσία των κυττάρων που είναι θετικά για το χρωματόσωμα Υ. Η εφαρμογή της τεχνικής αυτής μπορεί να ανιχνεύσει τα άρρενα κύτταρα, που δεν προέρχονται από σπερματοζωάρια, στα κολπικά και τραχηλικά επιχρίσματα των θυμάτων σεξουαλικής επίθεσης.

Τέλος, από την εξέταση του σπέρματος μπορεί να προκύψουν πολύτιμα συμπεράσματα για την ταυτότητα του ατόμου στο οποίο ανήκει το σπέρμα, με τον προσδιορισμό του DNA.

Με την τεράστια πρόοδο που σημείωσε η Μοριακή Βιολογία και με τις εφαρμογές της στην Ιατροδικαστική, είναι πλέον δυνατός ο προσδιορισμός της ταυτότητας του βιαστή και κάθε ατόμου που εμπλέκεται σε υποθέσεις σεξουαλικού χαρακτήρα που απασχολούν ένα Ιατροδικαστικό Εργαστήριο.

Μαρία Στεφανίδου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια
Δ. Μουρτζίνης
Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας
Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών
Τελευταία αναθεώρηση : 19/5/2007

Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία


Σας παρακαλούμε να απαντήσετε στο απλό ερώτημα "Θα συνιστούσατε στους φίλους σας και στους γνωστούς σας να επισκεφτούν την Πύλη και να διαβάσουν το συγκεκριμένο κείμενο;" Η απλή αυτή ερώτηση (Business Week, Lanuary 20, 2006 - quoting a Harvard Business Review article) μπορεί να καταδείξει την απήχηση της συγκεκριμένης ιστοσελίδας, σχετικά με το αν επιτελεί το έργο για το οποίο έχει σχεδιαστεί. Βαθμολογήστε στην κλίμακα από 0 εώς 10. Η βαθμολογία σας θα καταχωρηθεί αυτομάτως.