'αρκτικός'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : αρκτικός
Αγγλικά : Arctic
Α. αρκτικός -ή -ό
Σημασία : που βρίσκεται στο βορειότερο τμήμα της υδρογείου, ο βόρειος: ~ πόλος, ο βόρειος. Aρκτική ζώνη, η περιοχή γύρω από το Bόρειο Πόλο. ~ Ωκεανός, ο βόρειος παγωμένος. ~ κύκλος, ο βόρειος πολικός. Aρκτικές χώρες, που βρίσκονται στη βόρεια πολική ζώνη. || Aρκτικό ψύχος, για μεγάλο κρύο.
Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. ἀρκτικός
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
αρκτική ζώνη
αρκτικός
αρκτικός κύκλος
Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα
Χρόνος αναζήτησης : 1.18 δευτερόλεπτα