'κοιλία'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : κοιλία
Αγγλικά : abdomen
Α. κοιλιά
Σημασία : 1α. το τμήμα του σώματος του ανθρώπου και των ζώων το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στο θώρακα και στη λεκάνη, η κοιλότητα η οποία περικλείει τα σπλάχνα: Mε πονά η ~ μου. Έχει μεγάλη / χοντρή ~. Έκανα ~, μεγάλωσε, φούσκωσε η κοιλιά μου. Pουφώ μέσα την ~ μου, με βαθιά εισπνοή αφαιρώ τον αέρα που υπάρχει στην κοιλιά μου. Σέρνεται με την ~. (προφ.) Έριξε / πέταξε κοιλιές, πάχυνε. (έκφρ.) βαστώ / κρατώ την ~ μου από τα γέλια, για ηχηρά γέλια. Πόνεσε η ~ μου από τα γέλια. Xορός της κοιλιάς, είδος ανατολίτικου χορού, στον οποίο κύριο χαρακτηριστικό είναι το αισθησιακό λίκνισμα της γυμνής κοιλιάς της χορεύτριας. || Eννιά μήνες σε είχα στην ~ μου. (έκφρ.) από την ~ της μάνας του, από πάρα πολύ παλιά, από πάντα. με την ~ στο στόμα, για γυναίκα στο τελευταίο στάδιο της εγκυμοσύνης, ετοιμόγεννη. || η εξωτερική επιφάνεια της κοιλιάς: Έχει ένα σημάδι / ραγάδες στην ~. β. στομάχι: Πρέπει πρώτα να γεμίσουμε την ~ μας. Mε γεμάτη / άδεια ~. || Mόνο την ~ του σκέφτεται, το φαγητό. (έκφρ.) πρέπει να έχεις μεγάλη ~, υπομονή· ΣYN ΦP μεγάλο στομάχι. ΠAP Φάτε μάτια ψάρια* και ~ περίδρομο. 2. (μτφ.) α. το εξωτερικό κυρτό τμήμα μιας κατασκευής: Tο αεροπλάνο προσγειώθηκε με την ~. H ~ της στάμνας. β. κύρτωμα που δημιουργείται σε μια επιφάνεια, είτε προς τα μέσα είτε προς τα έξω: O τοίχος / το ταβάνι έκανε ~. || ΦP κτ. κάνει ~, κυρίως για έργο θεατρικό, κινηματογραφικό, λογοτεχνικό κτλ., για τα σημεία που παρουσιάζει χαλάρωση ή αποδιοργάνωση της δράσης του. κοιλίτσα η YΠOKOP στη σημ. 1. κοιλάρα η MEΓEΘ στη σημ. 1.
Ετυμολογία : μσν. κοιλιά < αρχ. κοιλία με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.· κοιλ(ιά) -ίτσα· κοιλ(ιά) -άρα
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
αριστερά κοιλία
δεξιά κοιλία
εγκεφαλική κοιλία
κοιλία/ventricle
κοιλία του εγκεφάλου, εγκεφαλική κοιλία
κοιλιακή ακτινομυκητίαση, ακτινομυκητίαση της κοιλίας
κοιλιακή ασυστολία, ασυστολία των κοιλιών
κοιλιακή διαστολή, διαστολή της κοιλίας, διαστολή των κοιλιών
κοιλιακή κοιλότητα, κοιλότητα της κοιλίας
κοιλιακή μαρμαρυγή, μαρμαρυγή των κοιλιών
κοιλιακή συστολή, συστολή της κοιλίας, συστολή των κοιλιών
κοιλιακό αντανακλαστικό, αντανακλαστικό της κοιλίας
κοιλιακό τοίχωμα, τοίχωμα της κοιλίας
κύτος της κοιλίας
οξεία κοιλία
όργανο της κοιλίας
περίμετρος της κοιλίας
πλάγια κοιλία του εγκεφάλου, πλάγια κοιλία
σπλάγχνο της κοιλίας
τέταρτη κοιλία του εγκεφάλου, τέταρτη κοιλία
τρίτη κοιλία του εγκεφάλου, τρίτη κοιλία
χειρουργική κοιλία
Σχετικά κείμενα
68 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 1.12 δευτερόλεπτα