'μεταπτυχιακός φοιτητής'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : μεταπτυχιακός φοιτητής
Α. διάτρηση
Σημασία : α. σχηματισμός ή κατασκευή τρύπας που διαπερνά την πλευρά ενός σώματος, κυρίως σε επιστημονικούς όρους: ~ του στομάχου / του εντέρου, ρήξη του τοιχώματός τους από παθολογικά ή μηχανικά αίτια. ~ του θώρακα του πλοίου από τα εχθρικά πυρά. ~ μετάλλων, η εργασία με την οποία ανοίγονται διαμπερείς ή τυφλές τρύπες. β. κατασκευή μιας σειράς από μικροσκοπικές τρύπες επάνω σε χαρτί ή σε άλλο παρόμοιο υλικό: ~ καρτελών.
Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. διάτρη(σις) -ση
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
διάτρηση/perforation
διάτρηση έλκους
διάτρηση στομάχου
διάτρηση του πεπτικού έλκους
διάτρηση του ρινικού διαφράγματος
διάτρηση του τυμπανικού υμένα
εντερική διάτρηση, διάτρηση του εντέρου
Σχετικά κείμενα
5 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 0.10 δευτερόλεπτα