Αναζήτηση / Search

  

 

'αμοιβαδικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : αμοιβαδικός
Αγγλικά : amoebic


Α. αμοιβαδικός -ή -ό

Σημασία : (ιατρ.) που οφείλεται σε αμοιβάδωση. || (ως ουσ.) ο αμοιβαδικός, που πάσχει από αμοιβάδωση.

Ετυμολογία : λόγ. αμοιβαδ- (δες αμοιβάδα) -ικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

αμοιβαδική δυσεντερίααμοιβαδική λοίμωξηαμοιβαδική μηνιγγοεγκεφαλίτιδααμοιβαδικό απόστημααμοιβαδικό απόστημα του ήπατοςαμοιβαδικό εγκεφαλικό απόστημααμοιβαδικό πνευμονικό απόστημαοξεία αμοιβαδική δυσεντερία



Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα

Χρόνος αναζήτησης : 0.96 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία