'αναλογικός'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : αναλογικός
Αγγλικά : proportional
Α. αναλογικός -ή -ό
Σημασία : που στηρίζεται στην αναλογία, που σχηματίζεται ή που υπολογίζεται σε αναλογία με κτ. άλλο: ~ σχηματισμός μιας λέξης. ~ τύπος, που σχηματίζεται από την επίδραση άλλου. Aναλογικό λεξικό, που κατατάσσει τις λέξεις σε νοηματικές ενότητες και όχι αλφαβητικά. Aναλογικό εκλογικό σύστημα, σύμφωνα με το οποίο ο αριθμός των βουλευτών που εκλέγονται σε κάθε περιφέρεια είναι ανάλογος με τις ψήφους που πήρε κάθε κόμμα, σε αντιδιαστολή προς το πλειοψηφικό. || (ως ουσ.) η αναλογική, το αναλογικό εκλογικό σύστημα: Aπλή / ενισχυμένη αναλογική. || (γραμμ.) αναλογικά αριθμητικά, που φανερώνουν ποια αναλογία έχει ένα ποσό προς ένα άλλο, πόσες φορές δηλαδή είναι μεγαλύτερο από ένα άλλο, π.χ. διπλάσιος, τριπλάσιος, πολλαπλάσιος. || (λογ.) ~ διαλογισμός, είδος ατελούς επαγωγής, πολύ ασθενέστερης όμως ως προς το βαθμό πιθανότητας. || (πληροφ.) ~ υπολογιστής, που χρησιμοποιεί φυσικά μεγέθη, π.χ. μήκος, τάση, βάρος, για να εκφράσει αριθμούς. αναλογικά EΠIPP: Γραμματικοί τύποι που σχηματίζονται ~ με άλλους.
Ετυμολογία : λόγ. < ελνστ. ἀναλογικός & σημδ. γαλλ. analogique (στη νέα σημ.) < λατ. analogicus < ελνστ. ἀναλογικός & σημδ. γαλλ. proportionnel
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
αναλογικά δεδομένα
αναλογική τηλεφωνική γραμμή
αναλογικό κύμα
αναλογικό σήμα
αναλογικός μετατροπέας
αναστολέας της C1-εστεράσης του συμπληρώματος
Σχετικά κείμενα
21 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 2.14 δευτερόλεπτα