'παρακεντρικός'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : ανθεκτικός
Αγγλικά : durable
Α. διοικητικός -ή -ό
Σημασία : που έχει σχέση με τη διοίκηση: Aνέλαβε διοικητικά καθήκοντα. Έχει διοικητικές ικανότητες. Διοικητική διαίρεση του κράτους, σε νομούς, επαρχίες κτλ. Διοικητικές υπηρεσίες. Διοικητικό δίκαιο, που ρυθμίζει την οργάνωση και τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. || (για πρόσ.) που ασκεί διοίκηση ή που υπηρετεί στη διοίκηση: Διοικητικό στέλεχος. Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ). ~ υπάλληλος και ως ουσ. ο διοικητικός. διοικητικά EΠIPP: H επαρχία Λαγκαδά υπάγεται ~ στο νομό Θεσσαλονίκης. H Δασική Yπηρεσία υπάγεται ~ στο Yπουργείο Γεωργίας.
Ετυμολογία : λόγ. < ελνστ. διοικητικός
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
διοικητικός/administrative
Σχετικά κείμενα
23 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 1.59 δευτερόλεπτα